Λεωνίδιον

Το Λεωνίδιον, ή κατά την τσακώνικη διάλεκτο (παραφθορά της αρχαίας δωρικής γλώσσας) «Άγιε Λήδι», κατηφορίζει ομαλά από τους πρόποδες του όρους Πάρνωνα, εκτείνεται κατά μήκος ενός φαραγγιού μοναδικής ομορφιάς και απαράμιλλου κάλλους που βρίσκεται εντός της προστατευόμενης περιοχής του δικτύου Natura 2000, κυκλώνεται από μια εύφορη πεδιάδα εσπεριδοειδών και ελαιόδεντρων – κατά τον Παυσανία «ο Διονύσου Κήπος» – που δροσίζεται τους χειμερινούς κυρίως μήνες από τον ποταμό Δαφνώνα, για να καταλήξει στις καταγάλανες, δαντελωτές ακτές του Μυρτώου Πελάγους που αντανακλούν τη μοναδικότητα της μακραίωνης και πολυκύμαντης ναυτικής του ιστορίας. Πάνω από τον χαρακτηρισμένο παραδοσιακό οικισμό υψώνονται θεόρατοι, επιβλητικοί, δύσβατοι και απόκρημνοι ερυθροί βράχοι που αντανακλούν τις διαθέσεις του ήλιου από την ανατολή έως τη δύση αποτελώντας έτσι ένα φυσικό παρατηρητήριο – καταφύγιο και καθιστώντας τον κατά τον Κολοκοτρώνη ως «σίγουρο τόπο».

Σήμερα είναι μια κωμόπολη στο μέσο της νοτιοανατολικής παραθαλάσσιας πλευράς της Πελοποννήσου, αποτελεί την πρωτεύουσα της Τσακωνιάς, ανήκει στο Νομό Αρκαδίας και είναι η έδρα του Δήμου Νότιας Κυνουρίας με καταγεγραμμένους 3.826 κατοίκους (απογραφή 2011). Ο πληθυσμός του είναι τσακώνικης καταγωγής (απόγονοι εκδωρισθέντων Λακώνων). Σύμφωνα με την παράδοση, η ονοματολογία του έγινε προς τιμήν του Αγίου Λεωνίδη και των συμμαρτύρων του (3ος αιώνας), τα σεπτά λείψανα των οποίων ξέβρασε η θάλασσα στην ακτή.

Η μοναδική τοπική αρχιτεκτονική, τα ιστορικά διατηρητέα μνημεία, τα αρχοντικά με τις ξεχωριστές αυλόπορτες, οι πύργοι, τα νεοκλασικά κτίρια με τα χαρακτηριστικά χρώματα στα επιχρίσματα και τον πλούσιο εσωτερικό τους διάκοσμο, οι όμορφες βοτσαλωτές αυλές, τα καλντερίμια, τα ολάνθιστα πεζούλια, τα στενά σοκάκια και οι τρεις ανεμόμυλοι που στέκουν ακόμα σε δεσπόζον ύψωμα, μαγεύουν και συναρπάζουν το νου, το βλέμμα και το πνεύμα κάθε παραθεριστή!